When we combine two words to form a new word, we create a compound word (σύνθετη λέξη).
The first part of the compound word can be a:
- noun (ουσιαστικό): ποδόσφαιρο (πόδι + σφαίρα) – football
- adjective (επίθετο) – αγριολούλουδο (άγριο + λουλούδι) – wildflower
- numeric (αριθμητικό) – πεντακάθαρος (πέντε + καθαρός) – very (5 times) clean
- verb (ρήμα): μπαινοβγαίνω (μπαίνω + βγαίνω) – to go in and out
- adverb (επίρρημα): πισογυρίζω (πίσω + γυρίζω) – to go back
The second part can be a:
- noun (ουσιαστικό): τραπεζομάντιλο (τραπέζι + μαντίλι) – tablecloth
- adjective (επίθετο): ασπρόμαυρος (άσπρο + μαύρο) – black and white
- verb (ρήμα): ανεβοτακατεβαίνω (ανεβαίνω + κατεβαίνω) – to go up and down
- participle (κλιτή μετοχή): καλοντυμένος (καλός + ντυμένος) – welldressed
When the first part is a part of speech that we can conjugate (so a noun, adjective, verb, participle), we join the two words with the vowel “o” (which might not be part of either word).